«Μέσ' στην υπόγεια την ταβέρνα,
μέσ' σε καπνούς και σε βρισιές,
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα),
όλη η παρέα πίναμε εψές,
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια»
«…Όλη η παρέα πίναμε εψές..» τα λόγια του Βάρναλη στο ποίημα του «Οι Μοιραίοι» μας παρουσιάζει μία φαινομενικά αθώα πράξη… Πόσο τελικά απέχει το να πίνει κάποιος λίγο κρασί από το να θεωρηθεί αλκοολικός; Η κατανάλωση κρασιού είναι ήδη γνωστή από την αρχαιότητα. Για τους αρχαίους Έλληνες, για παράδειγμα, χαρακτηριστικό πλαίσιο οινοποσίας ήταν το Συμπόσιο. Δηλαδή, μετά από ένα κοινό γεύμα, κατά το οποίο δεν έπινε κανείς κρασί, ακολουθούσε η οινοποσία. Όταν τα καθοριστικά έθιμα της οινοποσίας είχαν αργότερα παρεκτραπεί, ο Πλάτωνας συνηγόρησε ώστε να απαγορεύεται η οινοποσία σε άτομα κάτω των 18 ετών και η μέθη σε άτομα μεταξύ 18 και 40 ετών. Άλλο παράδειγμα αποτελούν οι Σουμέριοι, οι οποίοι 9.000 χρόνια πριν ήταν γνώστες παρασκευής μπύρας αλλά και οι Βαβυλώνιοι είχαν πριν από 6.000 χρόνια 20 είδη μπύρας στη διάθεσή τους. Οι μεσογειακοί λαοί συγκαταλέγουν το ποτό στα βασικά στοιχεία του διαιτολογίου τους, χάρις στις έρευνες που αποδεδειγμένα θέλουν το κόκκινο κρασί να περιέχει ουσίες που συμβάλλουν στη πρόληψη της στεφανιαίας νόσου. Αλκοολούχα ποτά μεγαλύτερης περιεκτικότητας σε αλκοόλ, όπως το ούζο και το τσίπουρο, είναι πλέον κομμάτι της ελληνικής παράδοσης. Η κατανάλωση αλκοόλ, ωφέλιμη σε μικρές ποσότητες κατά αρκετούς, μπορεί να έχει δυσάρεστες επιπτώσεις στην υγεία μας τόσο άμεσα όσο και μακροπρόθεσμα όταν συμβαίνει κατ΄ επανάληψη. Το ποσοστό του πληθυσμού που σε κάποιο χρονικό διάστημα της ζωής καταναλώνει αλκοόλ, φτάνει πιθανότατα το 90%. Οι περισσότεροι άνθρωποι δοκιμάζουν το αλκοόλ ήδη από τα μισά της εφηβείας, είτε παρασυρόμενοι από τους συνομηλίκους τους είτε από απλή περιέργεια.
Τις τελευταίες δεκαετίες, η κατανάλωση δυνατότερων ποτών όπως ουΐσκι, βότκα και πολλά άλλα, γνωρίζει μεγάλη άνθηση έχοντας ιδιαίτερη απήχηση στα νεαρότερα άτομα. Αν και δεν μπορεί να υποστηριχθεί πως ο αλκοολισμός παρατηρείται μόνο στις ημέρες μας, ωστόσο φαίνεται πως το πρόβλημα έχει οξυνθεί τα τελευταία έτη. Πολλοί παράγοντες έχουν επιπτώσεις στην απόφαση να αρχίσει κάποιος να πίνει. Η έναρξη της κατανάλωσης οινοπνεύματος εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από κοινωνικούς, θρησκευτικούς, και ψυχολογικούς παράγοντες. Αλλά οι παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση να συνεχίσει κανείς να πίνει μέχρι το στάδιο της εξάρτησης από το αλκοόλ, είναι μάλλον διαφορετικοί. Ποικίλες θεωρίες συσχετίζουν τη χρήση του αλκοόλ σαν αντίμετρο για να μειώσει κάποιος την ένταση και το άγχος, να αυξήσει τα υποκειμενικά συναισθήματα δύναμης, και να μειώσει τον ψυχολογικό πόνο. Ίσως το μέγιστο ενδιαφέρον έχει αποδοθεί στην παρατήρηση ότι οι αλκοολικοί συχνά αναφέρουν ότι το οινόπνευμα μειώνει τα συναισθήματα νευρικότητάς τους και ότι τους βοηθά να αντιμετωπίσουν τις καθημερινές πιέσεις της ζωής και να χαλαρώσουν. Οι θεωρίες στηρίζονται, εν μέρει, στην παρατήρηση μεταξύ των μη αλκοολικών ανθρώπων, ότι η χρήση χαμηλών δόσεων αλκοόλ σε μια τεταμένη κοινωνική κατάσταση ή μετά από μια δύσκολη ημέρα, μπορεί να συνδεθεί με ένα ενισχυμένο συναίσθημα ευημερίας και μια βελτιωμένη ευκολία των κοινωνικών σχέσεων.
Ωστόσο δημιουργείται εύλογα το ερώτημα: Ο αλκοολισμός γεννιέται με την προδιάθεση ή τον σπρώχνουν στο πιοτό τα βάσανα της ζωής; Έχει αποδειχθεί ότι οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν πρόβλημα με το αλκοόλ πάσχουν και από κάποια ψυχιατρική διαταραχή σε διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με αυτούς που δεν αντιμετωπίζουν. Άνθρωποι με πρόβλημα αλκοολισμού σαφώς καταλήγουν να έχουν μια σχιζοφρενική, συναισθηματική ή αγχώδη διαταραχή. Η δηλητηρίαση με αλκοόλ (μέθη) μπορεί να προκαλέσει οξυθυμία, βίαια συμπεριφορά, συναισθήματα κατάθλιψης, και σε σπάνιες περιπτώσεις, παραισθήσεις και αυταπάτες. Έπειτα από αυτά μπορεί να απορήσει κανείς για το αν εκδηλώνεται πρώτα το ψυχολογικό πρόβλημα ή το πρόβλημα αλκοολισμού. Οι απαντήσεις που δίνονται στο ερώτημα αυτό ποικίλουν..
Μία άλλη παράμετρος που πολλοί ίσως και να χρησιμοποιούν σα δικαιολογία είναι το θέμα της κληρονομικότητας. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι υπάρχει μια γενετική προδιάθεση για χρήση
εξαρτησιογόνων ουσιών, μεταξύ των οποίων και το αλκοόλ. Σε καμία περίπτωση όμως αυτό δεν σημαίνει πως ένα παιδί μίας οικογένειας με πρόβλημα αλκοολισμού θα γίνει αλκοολικό, ή πως ένα παιδί από μία "υγιή" οικογένεια δεν μπορεί να εμφανίσει τέτοια προβλήματα στο μέλλον. Το ζητούμενο είναι να αποφευχθεί το στάδιο του αλκοολισμού από το εκάστοτε παιδί, καθώς η ίασή του, όπως και σε κάθε μορφή εξάρτησης, είναι δύσκολη και απαιτεί θέληση, αυτογνωσία και πίστη στην ανθρώπινη δύναμη. Γι΄ αυτό το λόγο απαιτείται η άμεση και ηθελημένη βοήθεια του κοινωνικού περιβάλλοντος του εκάστοτε εξαρτημένου, αλλά και η αναζήτηση της κατάλληλης βοήθειας των ειδικών.
«Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί
σαν τα σκουλήκια κάθε φτέρνα,
όπου μας έβρει, μας πατεί:
δειλοί, μοιραίοι κι' άβουλοι αντάμα
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!»
Καστρινού Ανδριάνα
Ιστορικός-Αρχαιολόγος
Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου